Τα απολυμαντικά αποτελούν ένα χρήσιμο συμπλήρωμα στο πλύσιμο με χλιαρό νερό και σαπούνι για την αντιμετώπιση των παθογόνων μικροοργανισμών, όπως ο νέος κορωνοϊός. Ο ιός αυτός, όπως και πολλά άλλα παθογόνα, δομικά διαθέτει ένα εξωτερικό περίβλημα που λέγεται έλυτρο και αποτελείται από λιπίδια και πρωτεΐνες.
Λόγω των λιπιδίων, το έλυτρο διαλύεται εύκολα από το σαπούνι και το χλιαρό νερό και ο κορωνοϊός πεθαίνει. Ωστόσο το σαπούνι και το νερό δεν είναι πάντοτε εύκαιρα, ενώ το σαπούνισμα δεν σκοτώνει απαραιτήτως όλους τους άλλους παθογόνους μικροοργανισμούς. Έτσι αναλόγως με την περίσταση μπορεί να χρειάζεται απολύμανση.
Τα απολυμαντικά που χρησιμοποιούμε στα χέρια και στις επιφάνειες συνήθως περιέχουν οινόπνευμα (αιθανόλη ή αλκοόλ) σε διάφορες πυκνότητες, διάφορες άλλες αλκοόλες, χλώριο σε ποικίλες μορφές και συγκεντρώσεις ή διάφορα άλλα χημικά συστατικά. Τον κορωνοϊό COVID-19 εκτιμάται ότι καταπολεμούν αποτελεσματικότερα ορισμένα από αυτά. Μελέτες που είχαν γίνει με τους παλαιότερους λοιμογόνους κορωνοϊούς SARS και MERS, είχαν δείξει ότι αποτελεσματικά εναντίον τους ήταν τα απολυμαντικά που περιέχουν: α) αλκοόλ σε περιεκτικότητα 62-71%, β) χλώριο (υποχλωριώδες νάτριο) σε συγκέντρωση 0,1%, ή γ) υπεροξείδιο του υδρογόνου σε περιεκτικότητα 0,5%.
Τα αντισηπτικά χεριών με περιεκτικότητα σε οινόπνευμα πάνω από 70% θεωρούνται αποτελεσματικά και εναντίον του νέου ιού. Τα προϊόντα με χλώριο ενδείκνυνται μόνο για τις επιφάνειες, γιατί είναι πολύ ερεθιστικά για το δέρμα, ενώ το υπεροξείδιο του υδρογόνου (οξυζενέ) χρησιμοποιείται κυρίως ως απολυμαντικό πληγών και επιφανειών.
Επιπτώσεις στο Δέρμα από την χρήση αντισηπτικών.
Με τα αλκοολούχα αντισηπτικά των χεριών μία πιθανή επίπτωση μπορεί να είναι η ξηροδερμία, η οποία συνήθως παρατηρείται είτε με κακής ποιότητας αντισηπτικά είτε σε άτομα με ευαισθησία στο δέρμα. Τα καλής ποιότητας αλκοολούχα αντισηπτικά συνήθως δεν προκαλούν ξηροδερμία, διότι περιέχουν μαλακτικούς παράγοντες που τα καθιστούν πιο «φιλικά» προς το δέρμα. Αν, όμως, ένα άτομο έχει προδιάθεση και ευαισθησία στο δέρμα όχι μόνο μπορεί να εκδηλώσει ξηροδερμία με αυτά, αλλά ακόμα και δερματίτιδα εξ επαφής. Τα προβλήματα αυτά μπορεί να εμφανιστούν κυρίως με την επαναλαμβανόμενη, συχνή χρήση. Η δερματίτιδα εξ επαφής εκδηλώνεται με συμπτώματα που κυμαίνονται από ήπια έως πολύ σοβαρά, και συμπεριλαμβάνουν ξηρότητα, ερεθισμό, κνησμό, απολέπιση, «σκασίματα» στο δέρμα, ρωγμές ή ακόμα και αιμορραγία και πόνο.
Μία άλλη πιθανή επίπτωση είναι η αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής, η οποία οφείλεται στα λοιπά συστατικά των αντισηπτικών, αλλά είναι σπάνια. Στις πιο σοβαρές μορφές της, οι οποίες είναι ακόμα σπανιότερες, η αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής μπορεί να συνοδεύεται από συμπτώματα αναφυλαξίας (π.χ. δυσκολία στην αναπνοή, πρήξιμο στο πρόσωπο, στα χείλη, τη γλώσσα κ.λπ.). Εκτός από την ευαισθησία και την προδιάθεση, άλλοι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο δερματίτιδας κατά την συνεχή χρήση των αντισηπτικών χεριών, είναι τα αρώματα και τα συντηρητικά που ενδέχεται να περιέχουν, το συνεχές πλύσιμο των χεριών με σαπούνι και νερό μετά τη χρήση του αντισηπτικού (αυτό δεν πρέπει να γίνεται) και η χρήση γαντιών ενόσω τα χέρια είναι ακόμα υγρά από το αντισηπτικό ή από το πλύσιμο.
Άλλοι επιβαρυντικοί παράγοντες είναι το πλύσιμο των χεριών με καυτό νερό και το συνεχές στέγνωμα είτε στον καυτό αέρα είτε με κακής ποιότητας υφασμάτινες ή χάρτινες πετσέτες. Η δερματίτιδα είναι επίσης πιθανότερη σε όσους δεν χρησιμοποιούν τακτικά ενυδατικές κρέμες χεριών.
Τα απολυμαντικά επιφανειών με χλώριο είναι ισχυρά και αποτελεσματικά, αλλά είναι ερεθιστικά όχι μόνο για το δέρμα, αλλά και για τους βλεννογόνους των αεραγωγών.
Όταν το χλώριο έρχεται σε επαφή με το δέρμα, μπορεί να προκαλέσει τοξικές ή αλλεργικές αντιδράσεις που μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και στην ανάπτυξη δερματικού εγκαύματος.
Πηγή: edae.gr/dermalogos/